ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΚΟΛΙΑΤΣΟΥ

Η νύχτα των  ευρωεκλογών της 26 ης Μαίουφαίνεται πως έβγαλε νικητή καιέδειξε τον «εθνικό-εκλογικά» ηττημένο…
Σηματοδότησε τη νέα κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση….

Και ο ελληνικός λαός με την ευρώ-ετυμηγορία του  Μάιου έθεσε εκτός μάχης τον Οκτώβριο, βάζοντας τέρμα στον«επιζήμιο πολιτικό τζόγο» των καθυστερήσεων, που με.. υπερβάλλοντα ζήλο έπαιζε η απερχόμενη κυβέρνηση του Σύριζα.
Αν και οι “μαχαιριές” των δημοσκοπήσεων ήταν ανελέητες, καιμηνυματοδοτούσαν ότι τίποτε δεν διορθώνονταν και δεν άλλαζε, ότι και να έκανε  και να έδινε η απερχόμενη κυβέρνηση…..
Αν καιη πολιτική ορθότητα απαγόρευε κάλπες τον Οκτώβριο, γιατί θα ζημίωναν τη χώρα….
Αν και  η μετάθεση των εθνικών εκλογών για τον Οκτώβριο  ενείχε υψηλό ρίσκο και ήταν  «δίκοπο μαχαίρι»…
Εν τούτοις, μέχρι το βράδυ της Κυριακής της ευρώ-κάλπης  ο Έλληνας πρωθυπουργός,επέμενε να ζει στην ψευδαίσθηση γι’ αυτό που ήθελε…Να κρατήσει την καρέκλα της εξουσίας μέχρι τέλους.
Ωστόσο μόλις έσκασε η ευρώ-ψήφος συντριβής του Σύριζα, η κυβέρνησηούτε ώρα δεν μπορούσε να σταθεί.Γιατί,εκλογές το Φθινόπωρο θα σήμαινε τεκτονικό σεισμό στην οικονομία, αμφισβητήσεις στα ενδοκυβερνητικά και εσωκομματικά στρατόπεδα, μεγάλες κοινωνικές αναταραχές και σοβαρό εκτροχιασμό της κρατικής μηχανής..
Ακόμη η, από την Αντιπολίτευση, καθολική αμφισβήτηση της  κυβέρνησης -και προσωπικά του Αλ. Τσίπρα- να συνεχίσει να  κυβερνά, τώρα είχε έρεισμα την καταγεγραμμένη πλειοψηφική αντίθεση  του λαού. Και ξέχωρα από τις εσωτερικές πολιτικό-οικονομικό-κοινωνικές επιπτώσεις της,  δεν νομιμοποιούσε, πλέον, μονομερείς κυβερνητικούς χειρισμούς  επί μείζονος σημασία ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής. Καθόσον η επίλυση  των ειδικά την περίοδο αυτή οξυμμένων καυτών γεωπολιτικών, γεωστρατηγικών, ενεργειακών  και κυρίως ελληνοτουρκικών προβλημάτων, απαιτεί σοβαρή αντιπροσωπευτική  κυβέρνηση ικανή να την πραγματώσει.
Ευτυχώς,  φαίνεταιπως τα πιο πάνω αδιαμφισβήτητα ανάγκασαν τον Αλ. Τσίπρα να πάρει τη σωστή απόφαση και το βράδυ της συντριπτικής ευρώ-ήττας του Σύριζα να  ανακοινώσει  την προκήρυξη εθνικών εκλογών, που εν τω μεταξύ από τα διαδικαστικά νομικά και συνταγματικά προβλεπόμενα τελικά ορίστηκαν για την πρώτη Κυριακή του Ιουλίου ε.έ.  

Ωστόσο για τους βαθύτερα σκεπτόμενους και γιατί όχι και υποψιασμένους πολίτες, η απορία παραμένει… «Πως γίνεται ένας πρωθυπουργός να προσφεύγει σε πρόωρες εκλογές, όταν είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι θα της χάσει και μάλιστα πανηγυρικά;»Και μπορεί, εύλογα να ισχυριστεί κάποιος ότι οι ψευδαισθήσεις του ότι θα μπορέσει το κόμμα του να ανακάμψει, ίσως είναι ισχυρότερες από την ωμή περί του αντιθέτου οδυνηρή πραγματικότητα. Και ότι,  αν τις έκανε τον Οκτώβριο, η ήττα του θα ήταν πολύ βαρύτερη, παρά τώρα που μπορεί και να ήταν διαχειρίσιμη.
Λογικός, λογικότατος ο τελευταίος ισχυρισμός, αν αυτός γινόταν από άλλον πολιτικό και όχι από τον επιδέξιο πολιτικό  τακτικιστή Αλ. Τσίπρα. Ο οποίος, τουλάχιστον από όλα τα αντίθετα πολιτικό-κομματικά μέτωπα, καλώς ή κακώς θεωρείται: «πρωταθλητής στο άθλημα της πολιτικής κωλοτούμπας» και «ο πολιτικός που  έδωσε  στους ξένους ό, τι του ζήτησαν με αντάλλαγμα την παραμονή του στην εξουσία».
Όμως , ο ελληνικός λαός, ακόμη και σήμερα , σχεδόν 10 χρόνια μετά το «Καστελόριζο»,  προσέρχεται στις κάλπες λιγότερο νηφάλιος, ελάχιστα ενημερωμένος αλλά και περισσότερο μπερδεμένος. Στην πλειονότητά του αισθάνεται απογοητευμένος, δείχνει οργισμένος,  είναι  καχύποπτος και αντιδρά μάλλον αδιάφορα  σε αυτά  που ακούει και βλέπει από τους προεκλογικούς  κήνσορες του πολιτικού συστήματος. Και  όσο πλησιάζει η μέρα της… κρίσεως, διαβλέπειτην ελπίδα του για ένα καλύτερο ελληνικό αύριο,να την υποκαθιστά ο φόβος για τα χειρότερα, ανεξάρτητα από το ποια θα είναι η ετυμηγορία του, την προσεχή Κυριακή.
Κυριολεκτικά καμένος στην επί μία περίπου 10-ετία … μνημονιακή κουρκούτη, να φυσάει και το υποσχόμενο μεταμνημονιακό… θρεπτικό γιαούρτι κατά το κοινώς λεγόμενο, διαισθάνεται ότι τα έργα, τις ημέρες και την οικονομική πολιτικήτηνςκυβέρνησης που θα προκύψει, από τις εκλογές της Κυριακής, θα την καθορίζει ημνημονιακή αναγκαιότητα τήρησης  των βαρύτατων ρητρών  του 3 ου μνημονίου και όχι το εκπονηθένκυβερνητικό πρόγραμμα του κόμματος που θα  πλειοψηφήσει.
Με δύο λόγια, δυστυχώς, αλλά στην ελληνική κοινωνία, λίγο-πολύ έχει πλέον εδραιωθεί η αντίληψη ότι για πολλά χρόνια οι   μετεκλογικές εξελίξεις, δεν θα εξαρτώνται πλέον από τις δημοκρατικές επιλογές των πολιτών, αλλά θα ακολουθούν νομοτελειακά τους σχεδιασμούς και τις… ορέξεις των δανειστών.
Γιατί κακά τα ψέματα αλλά στο μετεκλογικό αύριο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς «αυξημένης εποπτείας». Ότι η πολυσυζητημένη ανάπτυξηδεν έρχεται ως δια μαγείας, αλλά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη, ευάλωτη και κυρίως χρονοβόρα. Ότι οι απαιτούμενοι  ρυθμοί ανάπτυξης προκειμένου να γίνουν πράξη οι εξαγγελίες ενός προεκλογικού οικονομικού προγράμματος- και μάλιστα χωρίς την επιβολή νέων μέτρων-υπολογίζονται πάνω από το 5% του ΑΕΠ (σ. σ, αφού το συμφωνηθέν 3,5%  του ΑΕΠ θα καλύπτει το ετήσιο κόστος σε τόκους και χρεολύσια για την απομείωση του χρέους). Ενώ ηαπώλεια εσόδων (φοροδιαφυγή) και ηαύξηση των δημοσίων δαπανών(σ. σ, π.χ αναδρομικά συνταξιούχων, αποπληρωμές οφειλών του δημοσίου, έκτατες δαπάνες υπέρ της δημόσιας υγείας κ.ά), είναι μια πιθανή αρνητική εξέλιξη, που στην καθημαγμένη από τα εξοντωτικά μνημόνια Ελλάδα, θα μείωνε σημαντικά τα αναγκαία ετήσια πλεονάσματα.
Όμως, και για την επόμενη μέρα των εκλογών της Κυριακής, η μέριμνα των δανειστών προκειμένου να υπάρξουν οι μικρότερες και λιγότερες  λαϊκές αντιδράσεις,εξακολουθεί  να είναιη συγκρότηση μιας κυβέρνησης ευρύτερης αποδοχής, κατά προτίμηση Ν.Δ-ΣΥΡΙΖΑ, ίσως και λίγο από ΚΙΝ.ΑΛ, ώστε να διασφαλίζεται όχι μόνο η πιστή εφαρμογή των  δεσμεύσεων  του 3 ου και φαρμακερού μνημονίου, αλλά και να επιμερίζεται το συνεπαγόμενο πολιτικό κόστουςσε περισσότερα του ενός κόμματα.


Από το άλλο μέρος, η συνθηκολόγηση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές (Ιούλιος 2015), άσχετα από τους λόγους που την επέβαλλαν, εν πολλοίς κατάργησε τη διαχωριστική γραμμή «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», η οποία επί πέντε χρόνια(2010-2015)διαιρούσε το εκλογικό σώμα δημιουργώντας παράλληλα την «αντί-μνημονιακή» ελπίδα, την οποία ο ελληνικός λαός τελικά έχασε στις 13 Ιουλίου 2015, όταν το 62% του «δημοψηφισματικού όχι του», εν μια νυκτί έγινε «ναι».

Το  αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν οι Έλληνες πολίτες να αντιμετωπίζουν, πλέον, με μεγαλύτερη  δυσπιστία το όλο πολιτικό σύστημα, με συνέπεια ένα υπολογίσιμο τμήμα τους, όχι μόνονα το «βλέπει» διακομματικά ισοπεδωτικά (σ. σ, είναι όλοι τους ίδιοι) καινα αδιαφορεί για τα προεκλογικά τεκταινόμενα αλλά και να προσανατολίζεται είτε να απέχει των εκλογών είτε να προσέλθει στις κάλπες της προσεχούς Κυριακής αποφασισμένος να δώσει ψήφο οργής και αγανάκτησης.

Από το άλλο μέρος, αν ο Αλ. Τσίπρας προσέφυγε πρόωρα στις εκλογές της 7 ης Ιουλίου, ενώ γνώριζε ότι θα τις χάσει. Και αν οι δανειστές, όπως πιο πάνω αναπτύχθηκε, όντως δεν έπαψαν να  «κόπτονται» για τη συγκρότηση ενός διάδοχου συμμαχικού κυβερνητικού σχήματος. Τότε πόσο σοφός πρέπει να είναι κανείς για να συμπεράνει ότι «το καλό παιδί των ξένων» με αυτή την κίνηση δενδιευκόλυνε και την επίτευξη του πιο πάνω στόχου τους; Και πόση πολιτική εμπειρία πρέπει να έχει ο ίδιος,  για να τεκμηριώσει κάτι τέτοιο, που σήμερα, εν όψει του γεωπολιτικού και ενεργειακού αλαλούμ που έχει δημιουργηθεί στον μεγάλης ελληνοτουρκικής πολεμικής έντασης ευρύτερο χώρο του Αιγαίου και της Αν. Μεσογείου, τα πράγματα  …σφίγγουν όλο και περισσότερο; Ή, που στο ενδεχόμενο  μιας πιθανής Αμερικανοτουρκικής επαναπροσέγγισης , οι επιπτώσεις της θα διαταράξουν την ισορροπία δυνάμεων στο Αιγαίο;. Ή, ακόμη, που σε μια επικείμενη διευθέτηση  των υπαρχουσών διαφορών μας με τους Τούρκους, μηδέ του κυπριακού προβλήματος εξαιρουμένου, θαεπιβάλλεται  διαπραγμάτευση από διακομματική  ομάδα διαπραγματευτών;
Ωστόσο παρά το γεγονός ότι το κύμα της λαϊκής αντίδρασης στην κυβέρνηση του Σύριζα, φέρνει με βεβαιότητα την ΝΔ στην εξουσία ,εν τούτοις τα πιο κάτω τρία  σενάριαγια την επόμενη μέρα των εκλογών της Κυριακής, ως έχοντα σχέση με τις επιδιώξεις των δανειστών καιμε αδιαμφισβήτητη, πλέον,  σταθερά «πρωτιά της ΝΔ»,  εκτιμούμε ότι έχουν ενδιαφέρον.

α)Η ΝΔ είναι πρώτο κόμμα αλλά δεν καταφέρνει να πετύχει αυτοδυναμία. Σχηματίζεται τότε κυβέρνηση συνασπισμού: ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ με πρωθυπουργό τρίτο πρόσωπο κοινής αποδοχής, την οποία είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προστρέξει να τη στηρίξει  όλο, ή ένα μέρος και του ΚΙΝ.ΑΛ.

β)Η ΝΔ είναι πρώτο κόμμα δεν έχει μεν αυτοδυναμία αλλά οι λεγόμενες προοδευτικές δυνάμεις για τον οποιονδήποτε λόγο δεν καταφέρνουν (το πιο πιθανό) να συγκροτήσουν κυβέρνηση. Τότε από τις νέες εκλογές με το σύστημα της απλής αναλογικής (σ. σ, χωρίς το μπόνους των εδρών υπέρ του πρώτου κόμματος), η μεν αυτοδυναμία… πάει περίπατο η δε κυβέρνηση συνασπισμού με κορμό τη ΝΔ θα είναι κατά το μάλλον ή ήττον  μονόδρομος.

γ)Η ΝΔ έχει αυτοδυναμία, σχηματίζει κυβέρνηση με πολλά πολιτικά ή μη πρόσωπα, πέρα από το χώρο τηςκαι αναδιατάσσεται εις βάθος το πολιτικό σκηνικό.
Από τα προ-εκτεθέντα, οι δανειστές αλλά και οι έχοντες συμφέροντα στην περιοχή σύμμαχοι της χώρας, είναι ηλίου φαεινότερο ότι επιθυμούν περισσότερο το σενάριο β΄, αφού ακόμη και τις διαφορές μας με την Τουρκία, την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στα οικόπεδα της. Α Μεσογείου και  το κυπριακό, προτιμούν να επιλυθούν με κυβέρνηση περισσότερων, πέραν των «γαλάζιων», πολιτικό-κομματικών αρμοδίως υπευθύνων.

Ωστόσο, κατά τον μεγάλο Αυστριακό διανοητή και θεμελιωτή της ανοιχτής κοινωνίαςΚαρλ Πόπερ,την ημέρα των εκλογών δεν νομιμοποιείται μόνο η νέο-εκλεγείσα κυβέρνηση, αλλά κρίνεται και η απερχόμενη.Αναφερόμενος, μάλιστα στον επιτάφιο του Περικλή και αναλύοντας ειδικότερα την περικοπή: «δεν μπορούμε να κυβερνάμε και να διοικούμε όλοι, αλλά μπορούμε όλοι να κρίνουμε την κυβέρνηση, να είμαστε όλοι ένορκοι», καταλήγει στο πιο πάνω ενδιαφέρον συμπέρασμα.. Υπό αυτή την έννοια η 7 η Ιουλίου  είναι η μέρα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να απολογηθεί για τα  πεπραγμένα της και παράλληλα να κριθεί από το εκλογικό σώμα αν θα τερματίσει τον διακυβερνητικό βίο της ύστερα από μια «καταδίκη», ή θα τον συνεχίσει με την «αθώωσή» της. Από το άλλο μέρος η πλευρά της αντιπολίτευσης, ως άλλη πολιτική αγωγή, καλείται, κατά την ούτως ειπείν ακροαματική διαδικασία, αφ’ ενός μεν να τεκμηριώσει με ισχυρή επιχειρηματολογία τον «αντί-Σύριζα» προεκλογικό «καταγγελτικό» της λόγο και αφ’ ετέρου να θέσει στην κρίση των ενόρκων(του εκλογικού σώματος) τη δυνατότητά της να αναλάβει, μόνη, ή συνεργατικά, την ευθύνη της διακυβερνήσεως της χώρας.
Όμως ο λαός, σφόδρα πιεσμένος από τις συνέπειες των εξοντωτικών μνημονίων, μοιάζει με χύτρα ταχύτητας έτοιμη να αποσυμπιεστεί βίαια  και να εκραγεί…  Και ενώ είναι αλήθεια ότι όλα τα κακά των μνημονίων δεν είναι προϊόντα μόνο των πολιτικών του Σύριζα,  αλλά και  των κυβερνήσεων πολλών 10-ετιών πίσω, εν τούτοις μια μεγάλη μερίδα του λαούδεν παύει να εγκαλεί τον απερχόμενο Πρωθυπουργό:γιατί την αυταπάτη την κατέστησε συνώνυμη με την εξαπάτηση,  γιατί δόξασε την κωλοτούμπα του Ιουλίου 2015 με τη λέξη αυταπάτη. Αλλά καιγια την επιχείρηση εξαπάτησής του με ταcapitalcontrols, για τις ουρές Βενεζουέλας έξω από τις τράπεζες, για τις “αποκεφαλισμένες συντάξεις”, για τους εξοντωτικούς πλειστηριασμούς,  για τις ανέντιμες κατασχέσεις καταθέσεων, για τα κατά συρροή έτσι γουστάρω κάποιων πρωτοκλασάτων στελεχών του, για τους ανεξέλεγκτους διορισμούς, τα επιδόματα – μπουρμπουάρ, τις ύποπτες ελληνοποιήσεις αλλοδαπών, το παραμύθι των γερμανικών αποζημιώσεων κ.ά.
Με αυτή την έννοια, δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι ο Σύριζα την προσεχή Κυριακή προσάγεται στην ιδιότυπη «Ποπεριανή» δίκη, με τον ελληνικό λαό από τα έδρανα των ενόρκων να τον κατηγορεί: ότι μπήκε στην πολιτική ζωή της χώρας με πλαστό αριστερόαντιμνημονιακό διαβατήριο εξαπατώντας τον. Ότι στα 4,5 χρόνια που κυβέρνησε τη χώρα και κυρίως με το  υπογραφέν 3ο μνημόνιοτου είπε ψέματα , αφού άλλα του υποσχέθηκε και άλλα έκανε. Και ότι μεταξύ των άλλων κακών, του πρόσθεσε αβάσταχτα φορολογικά βάρη , αφαίρεσε πόντους αξιοπιστίας της χώρας, απέναντι στις του εξωτερικού, πολλαπλασίασε τα προβλήματα στην οικονομία και διαίρεσε έτι περισσότερο τον  λαό.




ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

Go to top